Αφίσες γυμνών

Κατηγορία: Εικαστικές Τέχνες

Έτος: 1973
Είδος: Φωτογραφία | Αφίσα
Τόπος: Αθήνα

Λογοκριτικά περιστατικά

02-04-1973
Καταδίκη καταστηματαρχών και εισαγωγέα αφισών
Αιτιολογία: Ηθική | Άσεμνο | Δημόσια αιδώς | Θρησκεία
Είδος λογοκρισίας: Ποινική δίωξη | Κατασταλτική λογοκρισία

Περιγραφή

Τέσσερα άτομα καταδικάσθηκαν από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών σε φυλάκιση από 4 έως 10 μηνών και χρηματικές ποινές γιατί πουλούσαν αφίσες που κρίθηκαν άσεμνες. Στο δικαστήριο προσκομίσθηκαν 20 περίπου αφίσες για να σχηματίσουν πληρέστερη γνώμη οι παράγοντες της δίκης. Οι μάρτυρες κατηγορίας, όλοι αστυνομικοί, κατέθεσαν ότι οι αφίσες ήταν άσεμνες και πρόσβαλαν τόσο τη δημοσία αιδώ όσο και τη θρησκεία, καθώς σε μερικές από αυτές απεικονίζονταν γυμνόστηθες καλόγριες και ιερωμένοι αγκαλιά με γυμνά κορίτσια, ενώ ο εισαγγελέας πρόσθεσε ότι οι κατηγορούμενοι έγιναν όργανα των βιομηχάνων της πορνογραφίας. Σύμφωνα με τον Τύπο της εποχής, ένας από τους αστυνομικούς έδωσε τον ορισμό του άσεμνου ως εξής: «Άσεμνο είναι να περνά ένας οικογενειάρχης με τα παιδιά του μπροστά από μια βιτρίνα με αφίσσες σαν αυτές και να σοκάρωνται τα παιδιά». Αντίθετα, ένας από τους μάρτυρες υπεράσπισης ισχυρίστηκε πως η ίδια η σύζυγός του «αγόρασε και τοποθέτησε στο δωμάτιο των παιδιών τέτοιες αφίσσες, ώστε να γίνη η εξοικείωσή τους με το κάλλος».

Ως μάρτυρες υπεράσπισης κατέθεσαν εκπρόσωποι του καλλιτεχνικού κόσμου, μεταξύ των οποίων οι σκηνοθέτες Θόδωρος Αγγελόπουλος και Πέτρος Λύκας και οι ζωγράφοι Ασαντούρ Μπαχαριάν και Ρέα Λεονταρίτου.

Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος συγκεκριμένα υποστήριξε ότι η φωτογραφία είναι τέχνη και ως τέτοια δεν μπορεί να θεωρηθεί σεμνή ή άσεμνη:

«Για να αποφανθή κάποιος αν ένα δημιούργημα είναι ή όχι έργο τέχνης, πρέπει να είναι κριτικός και όχι αστυνομικός. Υπάρχει μια μειονότης που σοκάρεται ακόμα και όταν δη ένα γυμνό πόδι. Δεν νομίζω ότι πρέπει να προστατευθούν αυτοί. Η φωτογραφία στις μέρες μας είναι τέχνη. Αν ο μεγαλύτερος φωτογράφος του κόσμου ερχόταν στην Ελλάδα, θα ήταν κάθε μέρα στα δικαστήρια για τις συνθέσεις του.»

Στο ίδιο κλίμα, ο Ασαντούρ Μπαχαριάν δήλωσε:

«Δεν υπάρχει σεμνή και άσεμνη τέχνη. Ο Γκόγια είχε ζωγραφίσει μια «Μάγια» γυμνή και μια «Μάγια» ντυμένη. Η γυμνή «Μάγια» είναι καλύτερο έργο. Σήμερα η φωτογραφία είναι τέχνη και τα έργα τέχνης δεν πρέπει να σοκάρουν. Οι αφίσσες με τα γυμνά πωλούνται σε βιβλιοπωλεία. Και κάνω τη σκέψη: Μακάρι ο μέσος Έλληνας να περνούσε συχνά απ’ τα βιβλιοπωλεία».

Η εισαγωγέας των επίμαχων αφισών, στην οποία το δικαστήριο επέβαλε φυλάκιση 10 μηνών και χρηματική ποινή 25.000 δραχμών, κατέθεσε ότι δεν υπήρξε πρόθεση ούτε να διεγείρουν, ούτε να προσβάλουν την δημοσία αιδώ, αντίθετα προκειμένου να εισάγει τις αφίσες ζήτησε τη γνώμη ζωγράφου ως προς το αν υπάρχει περίπτωση αυτές να θεωρηθούν άσεμνες. «Στην Αστυνομία έπρεπε να πάτε να ρωτήσετε», ήταν η απάντηση του εισαγγελέα κ. Καραντζά. Οι καταδικασθέντες άσκησαν έφεση και αφέθηκαν ελεύθεροι.

Πηνελόπη Πετσίνη

Πηγές – Βιβλιογραφία

  • Τα Νέα 3/4/1973.